Συμμαθητές θα είναι από τον Σεπτέμβριο τα παιδιά των προσφύγων και μεταναστών με όλα τα παιδιά ελληνικών οικογενειών που φοιτούν στα δημόσια σχολεία της χώρας.
Η κυβέρνηση φαίνεται όχι μόνο να μην αντιδρά, αλλά να έχει αποδεχτεί τη μοίρα της να φιλοξενήσει για καιρό και να ενσωματώσει τελικά τεράστιες πληθυσμιακές ομάδες προσφύγων, αλλοιώνοντας τα χαρακτηριστικά πολλών τοπικών κοινωνιών και αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτό μεσομακροπρόθεσμα, με δεδομένη την άρνηση πολλών ευρωπαϊκών κρατών να σηκώσουν το παραμικρό βάρος.
Σπεύδοντας να επεξεργαστεί σχέδιο ακόμη και για την εκπαιδευτική προσαρμογή των προσφυγόπουλων, την ώρα που προσπαθεί να πείσει τους εταίρους τους να υποδεχθούν κι αυτοί πρόσφυγες, η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να εξασθενίζει μόνη της την όποια διαπραγματευτική θέση και να προσφέρεται οικειοθελώς να γίνει μόνιμος τόπος για υπερβολικά μεγάλες μάζες ανθρώπων, που είναι μεν κυνηγημένοι και χρειάζονται θαλπωρή και στήριξη, αλλά ταυτόχρονα αποτελούν υπερβολικό και ασήκωτο φορτίο για την ευρισκόμενη σε πολλαπλή και βαθιά κρίση Ελλάδα. Σύμφωνα με σχέδιο του υπουργείου Παιδείας, τα παιδιά όσων προσφυγικών οικογενειών και μεταναστών παραμείνουν στην Ελλάδα θα φοιτήσουν στα σχολεία της περιοχής που θα μείνουν και όχι σε ειδικού τύπου σχολεία. Το σχέδιο βασίζεται στις διαδικασίες ένταξης που εφαρμόστηκε τη δεκαετία του ’90 για χιλιάδες παιδιά που προέρχονταν τότε από την Αλβανία.
Το Ελληνικό Σχέδιο Δράσης που αποκαλύπτει το «ΘΕΜΑ» περιλαμβάνει την άμεση δημιουργία τάξεων υποδοχής σε όλα τα hot spots προκειμένου τα παιδιά αυτά, εκτός από την απαραίτητη στέγη και τροφή, να λάβουν τα κατάλληλα εφόδια ώστε να ανταποκριθούν κατά το δυνατόν στο επίπεδο των σχολείων, κυρίως στο θέμα της εκμάθησης των ελληνικών.
Το σχέδιο έχει και ένα χωριστό σκέλος: μετά την καταγραφή των προσφύγων, για τα παιδιά των οποίων οι οικογένειες προβλέπεται ότι θα φύγουν από την Ελλάδα με κατεύθυνση την υπόλοιπη Ευρώπη θα υπάρξει οργάνωση ώστε να κάνουν μαθήματα γερμανικών.
Το υπουργείο Παιδείας θα απευθυνθεί στους αντίστοιχους καθηγητές για την εκμάθηση γερμανικών στα προσφυγόπουλα, εκτιμώντας ότι υπάρχει ικανός αριθμός εκπαιδευτικών για να πραγματοποιήσει αυτό το σχέδιο.
Στις Βρυξέλλες ο υπουργός Παιδείας αναφέρθηκε συνολικά στο προσφυγικό ζήτημα, υποστηρίζοντας ότι «το μείζον αυτό πρόβλημα αφορά όλες τις χώρες της Ε.Ε. και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με βάση εθνικούς εγωισμούς, ξενοφοβία και ρατσιστικές προκαταλήψεις».
Αναλύοντας το Ελληνικό Σχέδιο Δράσης για την ένταξη των προσφύγων στην εκπαίδευση, είπε ότι έχει τους εξής στόχους:
1. Την ψυχοκοινωνική στήριξη των παιδιών και των γονιών τους, ιδιαίτερα των ασυνόδευτων παιδιών, καθώς και τη συναισθηματική ενδυνάμωσή τους.
2. Την παροχή βασικών δεξιοτήτων γραμματισμού ώστε να δημιουργηθούν σχέσεις εμπιστοσύνης και την ανάπτυξη της διαπολιτισμικής ικανότητας κ.λπ.
3. Την προετοιμασία των προσφύγων για την προώθησή τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με στόχο την προσαρμογή τους εκεί.
«Το σχέδιο δίνει», όπως αναφέρεται, «μεγάλη έμφαση στα διεθνώς αποδεκτά ανθρωπιστικά και εκπαιδευτικά πρότυπα από την πρώιμη σχολική ηλικία, στην ανάπτυξη δεξιοτήτων ψηφιακού αλφαβητισμού, στην αγωγή υγείας, στην αξιοποίησης της μητρικής γλώσσας των προσφύγων. Αυτή αποτελεί τη βάση της εκμάθησης οποιασδήποτε δεύτερης γλώσσας, αφού η αναγνώριση της γλώσσας αυτής αποτελεί στην πραγματικότητα την αναγνώριση του πολιτισμικού κεφαλαίου του οποίου ο πρόσφυγας είναι φορέας».