Του Απόστολου Λακασά
Παρά τις οδηγίες του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα προς τους υπουργούς της κυβέρνησης για αξιοκρατία και διαφανείς διαδικασίες αξιολόγησης στη δημόσια διοίκηση, η κομματικοποίηση και η συνήθης πρακτική επιλογής των «ημετέρων» συνεχίζεται.
Και αυτό παρά τις ενστάσεις των θεσμών που ζήτησαν και από το υπουργείο Παιδείας αξιοκρατική επιλογή των στελεχών του. Είχε προηγηθεί την άνοιξη του 2015 ο διορισμός των 13 περιφερειακών διευθυντών από το πρώην υπουργικό δίδυμο Αριστείδη Μπαλτά – Τάσου Κουράκη, μια επιλογή που έφερε σε δύσκολη θέση τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος στο Ευρωκοινοβούλιο εκλήθη να δώσει εξηγήσεις στις βολές των ευρωβουλευτών περί αναξιοκρατίας.
Ειδικότερα, στις 13 περιφέρειες της χώρας υπάρχουν οι Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η σημασία των διευθυντών καταδεικνύεται από το γεγονός ότι αποτελούν πρόσωπα-κλειδιά για τη λειτουργία των 12.300 δημόσιων σχολείων και τις υπηρεσιακές μεταβολές, το ωράριο, τις τυχόν μετακινήσεις των 130.000 μονίμων εκπαιδευτικών και των αναπληρωτών στις δύο βαθμίδες. Επίσης, οι διευθυντές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης είναι αρμόδιοι για τη διοργάνωση των πανελλαδικών εξετάσεων. «Ο διευθυντής εκπαίδευσης μπορεί να κάνει μικροπολιτική σε τοπικό επίπεδο. Η θέση του είναι κρίσιμη, κυρίως αυτή την εποχή που υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις προσωπικού και η ανακατανομή προσωπικού για την κάλυψη των κενών στα σχολεία μπορεί να επηρεάσει τη ζωή των εκπαιδευτικών» ανέφερε στην «Κ» έμπειρος καθηγητής.
Ο κ. Φίλης άλλαξε το σύστημα επιλογής διευθυντών εκπαίδευσης, και υποβαθμίζοντας τη βαρύτητα του αποτελέσματος της ψηφοφορίας από τους διευθυντές των σχολείων, επανέφερε τη συνέντευξη, όπως ίσχυε με βάση τον νόμο ν. 3848 του 2010. Η συνέντευξη άλλωστε είχε επιλεγεί μεταπολιτευτικά από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. ως μέσο για να τοποθετούν αρεστούς και να ελέγχουν τη διοικητική πυραμίδα της εκπαίδευσης. Μάλιστα, η συνέντευξη καταργήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τον νόμο 4327/15, ο οποίος για πρώτη φορά θεσμοθέτησε την ψήφο των εκπαιδευτικών στην επιλογή των στελεχών (το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας συνυπολογίζεται με τα ακαδημαϊκά προσόντα και την εμπειρία στη συνολική μοριοδότηση). Η ρύθμιση Φίλη για τους διευθυντές εκπαίδευσης «δίνει» ως άριστα στη συνέντευξη 15 μόρια, τα περισσότερα μόρια από όλα τα κριτήρια, και πάνω από τα 12 μόρια που παίρνει όποιος πρωτεύσει στην ψηφοφορία.
Ο λόγος για τον οποίο ο κ. Φίλης αποδόμησε τον νόμο Κουράκη, θεωρείται η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να εκλέξει τον Ιούνιο «ημετέρους» σε θέσεις διευθυντών σχολείων. Συγκεκριμένα, εξελέγησαν οι εμπειρότεροι υποψήφιοι δάσκαλοι και καθηγητές που έχουν οικοδομήσει σχέσεις με τους συναδέλφους τους, που δεν ψήφισαν με κομματικά κριτήρια. Εάν τώρα το σύστημα παρέμενε το ίδιο, οι νυν διευθυντές εκπαίδευσης (επιλεγμένοι επί ΠΑΣΟΚ) θα είχαν πλεονέκτημα έναντι των υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς οι πρώτοι έχουν δομήσει κατά τη θητεία τους δίκτυα με τους εκπαιδευτικούς.
Κατόπιν τούτων, την Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016 θα διεξαχθούν οι εκλογές για την ανάδειξη νέων διευθυντών εκπαίδευσης, στις οποίες με βάση το σύστημα Φίλη, μπορούν να μετάσχουν –ανά βαθμίδα– όλοι οι διευθυντές σχολείων και ένα ποσοστό των υποδιευθυντών. Κατόπιν, και αφού το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας θα είναι γνωστό, από τις 12 έως τις 19 Ιανουαρίου οι υποψήφιοι θα περάσουν από συνέντευξη, με αποτέλεσμα να υπάρχει περιθώριο «μαγειρέματος» της βαθμολογίας της συνέντευξης υπέρ «ημετέρων». Η συνέντευξη θα γίνει ενώπιον συμβουλίου που θα διορίσει σε κάθε περιφέρεια ο περιφερειακός διευθυντής.
Η επιλογή των 13 είχε προκαλέσει σάλο τον περασμένο Απρίλιο, καθώς για μία ακόμη φορά η ελληνική κυβέρνηση (αυτή τη φορά, της Αριστεράς) είχε δώσει βάρος –όσο κι αν το αρνούνται η υπουργική ηγεσία και οι τελικώς επιλεγέντες– σε βιογραφικά πλούσια κυρίως από κομματικές περγαμηνές.
Η αρχή με τους «ημετέρους» έγινε τον περασμένο Απρίλιο