Home / Αρθρα γενικού ενδιαφέροντος / Αλλα άρθρα γενικού ενδιαφέροντος / Διαμάχη – Χρειάζονται τα Αρχαία Ελληνικά στο σχολείο;

Διαμάχη – Χρειάζονται τα Αρχαία Ελληνικά στο σχολείο;

Δημοσιεύτηκε: 7:36 μμ Σεπτέμβριος 20th, 2013  


arxaia

Τι θα έλεγαν άραγε οι μαθητές της Ολλανδίας ή της Πορτογαλίας αν άκουγαν ότι στην Ελλάδα σκέφτονται να μειώσουν τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών στα σχολεία; Στις χώρες αυτές τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται υποχρεωτικά στα Γυμνάσια Θεωρητικής Κατεύθυνσης. Το ίδιο και στο Λουξεμβούργο, ενώ σε άλλες επτά ευρωπαϊκές χώρες διδάσκονται είτε ως μάθημα επιλογής είτε σε εξειδικευμένα σχολεία. Και τι θα έλεγαν οι βρετανοί μαθητές, οι οποίοι από το ερχόμενο έτος θα μπορούν να τα επιλέγουν από το Δημοτικό, καθώς τα Αρχαία Ελληνικά είναι μία εκ των επτά γλωσσών (όπως και τα Λατινικά και τα Κινεζικά Μανδαρίνικα!) από τις οποίες θα επιλέγουν τουλάχιστον μία για υποχρεωτική διδασκαλία, σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση του υπουργείου Παιδείας τους;

Η συζήτηση για τα Αρχαία άνοιξε με τις γνωστές δηλώσεις της βουλευτού της ΔΗΜΑΡ Μαρίας Ρεπούση περί «νεκρής γλώσσας» που ξεσήκωσαν συζητήσεις. «ΤΑ ΝΕΑ» ζήτησαν απο διακεκριμένους φιλολόγους να τοποθετηθούν για την ουσία του θέματος: πρέπει ή όχι, πόσο και σε ποιες τάξεις να διδάσκονται τα Αρχαία Ελληνικά;
Οφείλουμε να σημειώσουμε πάντως ότι σήμερα το ειδικό βάρος των Αρχαίων Ελληνικών στη διδασκαλία είναι, συγκριτικά με τα άλλα μαθήματα, υψηλό: Στο Γυμνάσιο διδάσκονται 5 ώρες την εβδομάδα – 3 από το πρωτότυπο – σε όλες τις τάξεις. Τα Νέα Ελληνικά διδάσκονται 4 ώρες, όπως και τα Μαθηματικά. Στη (νέα) Α’ Λυκείου οι 5 ώρες παραμένουν. Στη Β’ Λυκείου (που δεν αλλάζει φέτος πρόγραμμα, όπως και η Γ’ τάξη) τα Αρχαία διδάσκονται 2 ώρες ως μάθημα Γενικής Παιδείας και ακόμα 4 ως μάθημα Κατεύθυνσης μόνο στη Θεωρητική, σύνολο 6 ώρες. Στην Γ’ Λυκείου έχουμε 1 ώρα Γενικής Παιδείας και 5 ώρες Κατεύθυνσης, σύνολο επίσης 6 ώρες. Και όταν η Γ’ Λυκείου μπει στο νέο πρόγραμμα, θα διδάσκονται για 11 ώρες/εβδομάδα μόνο στην Ομάδα Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών.
Μάλιστα, το 2006 η Μαριέττα Γιαννάκου αύξησε τη διδασκαλία (από το πρωτότυπο) κατά μία ώρα την εβδομάδα στο Γυμνάσιο, κατά δύο ώρες στην Α’ Λυκείου και ξεκίνησε η διδασκαλία τους για μία ώρα στην Γ’ τάξη.
Εμμανουήλ Κριαράς: Βγάλτε τα από το Γυμνάσιο!
Την αιρετική αυτή άποψη εκφράζει η εμβληματική μορφή των ελληνικών γραμμάτων, με σύντομη συνέντευξη στα «ΝΕΑ». Ο υπεραιωνόβιος φιλόλογος (γεννήθηκε το 1906) πιστεύει ότι τα Αρχαία από πρωτότυπο δεν θα έπρεπε να διδάσκονται στο Γυμνάσιο επειδή τα παιδιά φτάνουν απροετοίμαστα από το Δημοτικό. Κατά τον Κριαρά, τα Αρχαία θα έπρεπε να διδάσκονται από το πρωτότυπο σε όλες τις Κατευθύνσεις του Λυκείου, αλλά σε περιορισμένο αριθμό ωρών για όσους δεν κατευθύνονται σε φιλολογικές σπουδές. Η άποψή του δεν είναι νέα. Τη διατυπώνει από το 1986, όταν ο τότε υπουργός Παιδείας Αντώνης Τρίτσης έθεσε ζήτημα επαναφοράς των Αρχαίων στο Γυμνάσιο, που τελικά πραγματοποιήθηκε το 1992 επί Γ. Σουφλιά. Ο Εμμ. Κριαράς καταλήγει: «Για τον μαθητή του Γυμνασίου χρήσιμο θα ήταν να τον βοηθήσουμε να κατακτήσει τη σύγχρονη γλώσσα, ώστε να μπορέσει στο Λύκειο να προσεγγίσει τα μυστικά της Αρχαίας. Με την παράλληλη διδασκαλία δύο γλωσσικών μορφών, επειδή η συγγένεια μεταξύ τους είναι στενή, τον οδηγούμε σε σύγχυση».

Γιώργος Κοτζόγλου: Γλώσσα διαφορετική από τη δική μας
Στη συζήτηση για το αν είναι σκόπιμη ή όχι η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και γραμματικής στην εκπαίδευση ρίχνει εδώ και καιρό βαριά τη σκιά της η πεποίθηση ότι η γλώσσα αυτή είναι απαραίτητη είτε ως μέσο άσκησης της σκέψης του μαθητή είτε ως βοήθημα για την κατανόηση και τη σωστή χρήση της νέας ελληνικής. Οπως έχουν κατ’ επανάληψη υποστηρίξει σπουδαίοι μελετητές της γλώσσας τις τελευταίες δεκαετίες, πρόκειται για ιδεολόγημα που μειώνει τόσο τη νέα όσο και την αρχαία γλώσσα.
Η νέα ελληνική είναι μια γλώσσα στιβαρή και αυτάρκης. Αρκετές λέξεις και γραμματικές δομές της ανάγονται σε αντίστοιχους τύπους της αρχαίας, αλλά η τωρινή τους μορφή, η χρήση τους και η εσωτερικευμένη γνώση που έχουμε ως φυσικοί ομιλητές γι’ αυτές δεν καθορίζεται αμφιμονοσήμαντα από την καταγωγή τους. Πρόκειται για γλώσσα τόσο πλούσια όσο και κάθε άλλη γλώσσα στον κόσμο. Μια γλώσσα ικανή να σταθεί στα πόδια της δίχως τη μαγκούρα της ένδοξης προγιαγιάς.
Η αρχαία ελληνική (οι πολλές γλώσσες τις οποίες καταχρηστικά ονομάζουμε «αρχαία ελληνική») ήταν επίσης ένα αυτόνομο γλωσσικό σύστημα. Γιατί να την υποβιβάζουμε σε μέθοδο βελτίωσης της χρήσης της νέας ελληνικής; Γιατί να την παρουσιάζουμε σαν «τέλεια γλώσσα», σαν «κανόνα αρμονίας», σαν εθνικό τοτέμ, αντί γι’ αυτό που όντως ήταν, το γλωσσικό όργανο σκέψης κι έκφρασης ανθρώπων με σάρκα και οστά όπως εμείς; Γιατί να ζητάμε από μη φυσικούς ομιλητές της, από παιδιά της εποχής μας, να συμπεριφέρονται σαν να διαθέτουν ενδιάθετη γνώση των κανόνων της; Με άλλα λόγια, γιατί να ευτελίζουμε την όμορφη αγαπημένη μας (όμορφη στα μάτια μας ακριβώς επειδή είναι αγαπημένη μας) φορτώνοντάς τη με φτηνά ψιμύθια;
Πέρα λοιπόν από το αν θέλουμε ή όχι να διδασκόμαστε κάποια από τις παλαιότερες μορφές της ελληνικής γλώσσας πρέπει να αναρωτηθούμε και το πότε και το πώς ενδεχομένως έχει νόημα να τη διδασκόμαστε. Σίγουρα όχι σε τόσο νεαρή ηλικία ώστε να υποσκελίζει τη διδασκαλία της ζωντανής μητρικής γλώσσας των μαθητών, η οποία πρέπει να διδάσκεται ως αυτόνομο γλωσσικό σύστημα και κατά προτεραιότητα· όχι ως γλώσσα το γραμματικό σύστημα της οποίας καθορίζει, ερμηνεύει ή ταυτίζεται με αυτό της νέας ελληνικής· όχι ως «ανώτερη» γλώσσα, ως ο χρυσός κανόνας από το ανύπαρκτο μουσείο των γλωσσικών μέτρων και σταθμών· όχι, βέβαια, σαν το θαυματουργό καταπότι που θα κάνει να ξεπηδήσει απ’ το κεφάλι του Βασιλάκη του τελευταίου θρανίου η θεά Αθηνά με την ασπίδα, το πνεύμα και την περισπωμένη της· όχι σαν φάλτσο πρελούδιο εθνικής ανάτασης, με αρχαίες γλωσσικές δομές να κοιμούνται μέσα σε ελληνικά εγκεφαλικά κύτταρα.
Πότε λοιπόν; Σε ηλικία κατά την οποία θα βοηθήσει όσους θέλουν να γνωρίσουν δίχως τη βοήθεια της μετάφρασης τα έργα της αρχαίας γραμματείας. Σε ηλικία κατά την οποία δεν θα υφίσταται ο κίνδυνος της σύγχυσης των δύο διακριτών γλωσσικών συστημάτων, εκείνου της αρχαίας κι εκείνου της νέας ελληνικής. Και πώς; Ως γλώσσα διαφορετική από τη μητρική μας. Ως ισότιμο κομμάτι του γλωσσικού μωσαϊκού που αποτελεί πλούτο δικό μας κι όλων των λαών. Κι ως γλώσσα που την αγαπάμε γι’ αυτό που όντως είναι· όχι γι’ αυτό που φαντασιωνόμαστε ότι θα γίνουμε μόλις την παπαγαλίσουμε.
Ο Γιώργος Κοτζόγλου είναι επίκουρος καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Θανάσης Βαλτινός: Η Ρεπούση αδικεί τον εαυτό της
Εκανα πλήρες οκτατάξιο γυμνάσιο – προ δεκαετιών. Για μερικά χρόνια διδάχτηκα αρχαία ελληνικά. Επρόκειτο για μια αθλιότητα. Παρ’ όλα αυτά, με τη χρήση κάποιων καλών λεξικών – ανάμεσά τους και εκείνο του Γρηγορίου Βερναρδάκη – μετέφρασα αργότερα Τρωάδες και Ορέστεια. Κάμποσους λυρικούς επίσης, κορφολογώντας τους για προσωπική απόλαυση.
Η ελληνική γλώσσα έχει μια εξαιρετικά πλούσια ιστορία και, βεβαίως, ένα εντελώς μίζερο παρόν. Αυτή η γλώσσα είναι το εργαλείο δουλειάς μου. Ζηλεύω τους ομότεχνούς μου, αγγλόφωνους και ισπανόφωνους κυρίως, όχι όμως μόνο αυτούς. Τους ζηλεύω αφόρητα. Και η ζήλεια φαρμακώνει. Λυτρώνομαι από αυτό το κακό αίσθημα όταν καμιά φορά αργά τη νύχτα σκέφτομαι ότι χρησιμοποιώ ίδιες λέξεις, με το ίδιο ακριβώς νόημα, όπως ο Αισχύλος, ο Θουκυδίδης, ο Αριστοτέλης: άνεμος, πόντος, δίκη, έρωτας, ουρανός, αρμονία, ρυθμός, γυναίκα.
Θεωρώ ότι η κ. Ρεπούση αδικεί τον εαυτό της αγγίζοντας ζέοντα θέματα με επιπόλαιο τρόπο. Θεωρώ ότι τον αδικεί δυο φορές όταν δηλώνει ότι τα αρχαία ελληνικά δεν τη βόηθησαν ή δεν της χρησίμευσαν σε τίποτα. Αν είναι έτσι πρόκειται για αναπηρία.
Είμαστε μονάδες ενός κόσμου που κατεβαίνει αργά στη βαθιά κοίτη της γλώσσας και της μνήμης του κι αυτή τη ροή δεν μπορεί να την κόψει κανένας.
Ο Θανάσης Βαλτινός είναι συγγραφέας, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Τελευταίο βιβλίο του, «Ημερολόγιο 1836-2011»

Γεώργιος Μπαμπινιώτης: Αυτονόητη γλωσσική ανάγκη
Αν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό τού ελληνικού μας πολιτισμού εύκολα και αντικειμενικά αναγνωρίσιμο είναι η συνέχεια της γλώσσας μας. Το να λες ουρανός, θάλασσα, άνθρωπος, πέτρα, άνδρας, γυναίκα, παιδί, γη, κόσμος, έρωτας, άγγελος, αγορά, ακούω, βλέπω, παίζω, γελώ, αγαπώ, όψη, αλήθεια, αμπέλι, άναρχος, άξιος και χιλιάδες σημερινών λέξεων που με την ίδια ή παραλλαγμένη μορφή και σημασία χρησιμοποιούνται πάνω από 3.000 χρόνια, είναι αυτό που ξεχωρίζει πολιτισμικά τη γλώσσα μας και που έχουν επισημάνει με απλά και πειστικά λόγια οι δύο νομπελίστες ποιητές μας, ο Σεφέρης και ο Ελύτης. Επομένως το να διδάξεις την αρχαία γλώσσα στο σχολείο, τα αρχαία μας κείμενα, παράλληλα προς τη νέα Ελληνική, όπου θα πέφτει φυσικά το κύριο βάρος, είναι μια αυτονόητη γλωσσική, παιδευτική και πολιτισμική ανάγκη. Το να αγνοείς αυτή την πραγματικότητα και να επαναλαμβάνεις σε σχέση με την παιδεία τού Ελληνα τις γνωστές παιδιάστικες αντιρρήσεις «τι χρειάζομαι την αρχαία γλώσσα;», «πού θα μου χρησιμεύσει μια νεκρή γλώσσα που είναι τα αρχαία Ελληνικά;» και άλλα τέτοια φληναφήματα ή αναπαράγεις συνειδητά αφελή ιδεολογήματα ή  παροδηγείσαι από άγνοια ή απαιδευσία. Το έχει πει ωραία ο Κοραής: όστις χωρίς την γνώσιν τής αρχαίας επιχειρεί να ερμηνεύσει την νέαν ή απατάται ή απατά.

Μεγάλοι ξένοι φιλόλογοι και γλωσσολόγοι έχουν παρατηρήσει ότι αρχαίες κλασικές γλώσσες όπως η Ελληνική που εξακολουθούν και σήμερα να αποτελούν πηγή σύγχρονων επιστημονικών όρων (nano-, mega-, cyberno-, auto-, ergo-, agro-, -archy, bio- κ.λπ.) δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν «νεκρές» γλώσσες όπως η Χεττιτική, η αρχαία Αιγυπτιακή κ.ά. Το ίδιο ισχύει και για τη Λατινική, που επίσης είναι πηγή πλήθους νέων λέξεων, μολονότι διαφέρει στην παράδοσή της σε σχέση με την Ελληνική.
Σωστά στο νέο πρόγραμμα μαθημάτων τού Λυκείου (στου οποίου τη συγκρότηση δεν έχω προσωπική ανάμειξη) γίνεται λόγος για διδασκαλία τής ελληνικής γλώσσας (αρχαίας και νέας) στις δύο πρώτες τάξεις τού Λυκείου και μόνο νέας στην Γ΄ Λυκείου ως μαθημάτων γενικής παιδείας και αρχαίας γλώσσας επιπροσθέτως μόνο στην Ομάδα Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών  (Φιλολογία, Νομική κ.ά.).
Ελπίζω ότι στρεβλές απόψεις, υπολείμματα μιας ξεπερασμένης σήμερα ιδεολογικής νοοτροπίας που έβλαψε την Παιδεία, αποτελούν αμελητέες και συγγνωστές προσωπικές απόψεις και όχι θέσεις προοδευτικών πολιτικών χώρων με φωτισμένους και σκεπτόμενους ανθρώπους.
Ο Γ. Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, φιλόλογος, πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην υπουργός Παιδείας
ΤΑ ΝΕΑ

 

Σχολιάστε το άρθρο

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί Required fields are marked *

*

Δημοφιλή άρθρα



Sorry. No data so far.

x

ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑΤΕ ?

Πιθανή η επιβολή ενός lockdown τύπου του περασμένου Μαρτίου

Την απόφασή του να προτείνει στην Επιτροπή εμπειρογνωμόνων να συζητήσει, ακόμα και ...